Αρχείο για Ιουνίου, 2016

η εξαφάνιση του δημόσιου χώρου δεν είναι μόνο σύμπτωμα της επιθετικής οικονομίας / είναι καθολικό σύμπτωμα των χρήσεών του / ο δημόσιος χώρος προεκτείνεται ως προσάρτημα του ιδιωτικού μας χώρου / κινητές συσκευές / τηλέφωνα / ταμπλέτες / ακουστικά και μουσική / αφανίζοντας αργά ή γρήγορα τον χρόνο / μετατρέποντάς τον σε ενδιάμεσους τερματικούς, αφανίζουμε και τον χώρο που ο χρόνος χρειάζεται προκειμένου να διαμορφώσει και να διαμορφωθεί / θυμάμαι πώς, όταν καιγόταν η πόλη, τον Δεκέμβρη του 08, δεν μπορούσα να ακούσω μουσική στις μετακινήσεις μου / έκτοτε δεν ακούω μουσική / κοιτάζω μόνον τους περαστικούς / και με αποστρέφονται / κι εμένα, είπε ο Άγιος και συνέχισε περπατώντας άσκοπα / σκόπιμα άσκοπα, διόρθωσε ο Κραπ / παράδοξη η αυτό-αναφορά / ας μην αδικήσω όμως: μικρές παρέες στο λιμάνι, με κιθάρα, διεκδικούν τη δημόσια χρήση – δεν είναι ιδιωτικότητα αυτό / ιδιοποίηση είναι – δεν μπορεί, θα έχει κάποια διαφορά

την καλησπέρα μας

είναι ο σιωπηλός πωλητής, γωνία Μητροπόλεως με Χρυσοστόμου Σμύρνης / χέρι υψωμένο / αδιάβροχο έντονο κόκκινο / επάνω σε μια σχεδία / είναι η κυρία που σέρνει το καρότσι της / γεμάτο κουβέρτες / ένα ραδιόφωνο χαλασμένο / μόνη / παραμιλάει / είναι ο κύριος που πανηγυρίζει, 9 το πρωί, με ένα κασκόλ μπροστά στον Λευκό Πύργο / μόνος / σαν κακή λούμπα που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά / για κανέναν λόγο / ας πούμε ότι θα μπορούσε να είναι και ζωντανή διαφήμιση ή δυσφήμιση / είναι η κυρία που κοιμάται πάνω σε ένα παγκάκι κάτω από τη σκηνή Μελίνα Μερκούρη / που τρώει ένα ξερό κομμάτι μουχλιασμένο ψωμί και το υπόλοιπο το μοιράζεται με τα περιστέρια / και η άλλη η κυρία που σέρνει τα πόδια της και φωνάζει / βρίζει / φτύνει / μαυροντυμένη γραία που σέρνει το σάλι της / σκισμένο / στο πεζοδρόμιο της Τσιμισκή ενώ τα σάλια της τρέχουν / φεύγουν / η κακή μάγισσα του παραμυθιού ή το κακό παραμύθι μιας μάγισσας / είναι η κυρία που στη γωνία της Διαγώνιου δεν σωπαίνει αλλά φωνάζει, σαν τον σιωπηλό πωλητή που συναντήσαμε στην αρχή / το ίδιο: γροθιά υψωμένη / σχεδία / αυτή όμως προπαγανδίζει  / είναι τα σπαράγματα μιας συνείδησης / τα κομμάτια πάνω στα οποία διαθλάται το φως της / και επιστρέφει παραμορφωμένο / σαν πόνος / στομαχόπονος / γροθιά / οτιδήποτε / σαν εκείνους τους πίνακες όπου ανάμεσα από το πλήθος απομένει πάντοτε κάποιος που κοιτάζει εσένα / μόνο εσένα / σαν τη συνείδηση ένα πράγμα ή δύο ή τρία…  δεν σκύβεις το κεφάλι / συγκεντρώνεις απλά το βλέμμα – πιο έντονα / και έπειτα χάνεται

_49293384_procession17_cross

ας μην διαφωνήσουμε: δίκαιη ανάπτυξη, ο όρος είναι αντιφατικός… κακόγουστος… αστείος… τραγικός… ωστόσο ο μικρός δημοσιογράφος στο Βήμα της Κυριακής, ως άλλος ταύρος σε υαλοπωλείο, αναθεματίζει τη δικαιοσύνη και εκλιπαρεί για άδικη ανάπτυξη / θέσεις εργασίας / μείωση φορολογίας σε επιχειρήσεις / και μια πληθώρα ακόμη προτάσεων που με τρομάζουν/ στον αντίποδα η άδικη ανάπτυξη / η επιθετική…

μικρέ δημοσιογράφε: αυτό ακριβώς συμβαίνει – αν δεν το έχεις καταλάβει ακόμη… η άδικη ανάπτυξή σου είναι εδώ και είναι εδώ, εδώ και χρόνια…

 

Θα είχες παραλύσει, αν ήταν διαφορετικά / μόνον επιμερισμένα επιβιώνεις – το όλον παραμένει απροσπέλαστο στο βλέμμα και τον νου / αυτοσυντήρηση λέγεται αυτό.

Ρωτήσανε αν το κόμμα μπορεί να βγάλει τον λαό από την κρίση / οι άγνωστες λέξεις είναι πάμπολλες: ‘κόμμα’, ‘κρίση’, ‘λαός’ / θα έπρεπε να έχουνε ρωτήσει ίσως ‘τι είναι κρίση κατά τη γνώμη σας’ – μπας και αρχίσουμε και καταλαβαίνουμε τίποτα /

Προσπέρασε στην Αθήνα μία γωνία, Ακαδημίας και Ομήρου – αν θυμάμαι – και συνάντησε έναν δρόμο που δεν γνώριζε καν ότι υπάρχει, έλεγε: ‘Εδώ είναι το σπίτι μου’ – ένα στρώμα, κούτες, μια κουβέρτα / ‘εδώ είναι το σπίτι μου’ και μερικά μέτρα παρακάτω: ‘εδώ είναι το δικό μας σπίτι’ / δύο στρώματα και μια κουβέρτα… / κοντά στο πανεπιστήμιο / άνθρωποι ριγμένοι / ρημαγμένοι / ελάχιστη απόσταση από τα κατάμεστα καφέ / τι πολύχρωμη που είναι η ζωή – όταν σκέφτεσαι και δεν σκέφτεσαι /

Φυσικά οι άστεγοι δεν είναι καινούργιο φαινόμενο / όλη την ώρα σκεφτόταν περπατώντας / αυτό / τίποτα άλλο

Πόσο παράδοξο το θέαμα: Άνθρωποι διαδηλώνουν λίγα μέτρα μακριά από τα θεάματα/ άνθρωποι σκοτώνονται λίγα μέτρα μακριά από τα θεάματα – το θέαμα αυτό είναι η φαυλότητα και αφορά, κυρίως, την αναδιανομή των χρημάτων ανάμεσα σε χορηγούς και υπερτιμημένους ανθρώπους / υπερκοστολογημένους – οτιδήποτε / αφορά βεβαίως και εσένα που ξεκλέβεις χρόνο και ματιές και παθιάζεσαι – κάνε κάτι άλλο ή και όχι / ψυχαγωγία λέγεται αυτό (;) – είσαι σίγουρος; /  δεν θα ήθελα να σου υποδείξω τίποτα απολύτως – εδώ δεν μπορώ εύκολα να υποδείξω  σε μένα το παραμικρό

Διαβάζοντας μια συνέντευξη (;) του Τερζόπουλου: Μίλησε για τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στο γυμνάσιο κατακεραυνώνοντας τον Φίλη για την απόφασή του να μειώσει τον χρόνο διδασκαλίας τους / ακούγεται πιο σοβαρό από όσο είναι: Η συντακτική ανάλυση και η γραμματική αναγνώριση είναι θεμέλιοι λίθοι της απόλαυσης του κειμένου – όλοι το ξέρουμε αυτό / το έχει πει και ο Μπαρτ εξάλλου – όχι ο Σίμπσον, ο άλλος, ο Ρολάν / η υπέρτατη ηδονή είναι ο κατηγορηματικός προσδιορισμός ή εκείνη η μετοχή που διαρκώς διαφεύγει από την αναγνώρισή της – σαν μια ματαιωμένη Ευριπίδεια αναγνώριση / τουλάχιστον όσοι είχαμε την ευτυχία να (μην) μάθουμε αρχαία στο σχολείο απολαύσαμε το κείμενο ως γραμματοσυντακτικό σύμπτωμα πολλά χρόνια μετά / μόνοι μας / από διαστροφή / εννοείται / αφήνοντας τα νόθα της να μιλήσουν (;) αντί αυτής, η γλώσσα – αναφέρομαι στα κείμενα – παραμένει εύλογα νεκρή διότι τα κείμενα δεν μιλάνε σε κανέναν / γιατί; / ένα κείμενο αγαπημένε σκηνοθέτη παραμένει νεκρό αν δεν αναπνέει – το ξέρεις αυτό – αλλά εξίσου νεκρό είναι όταν απαγγέλλεται ως λείψανο και ιερό οστό / όταν αναπαράγει τις οικουμενικές του ιδέες σε μια οικουμένη που είτε δεν θέλει πια ιδέες είτε απλά σκέφτεται άλλα πράγματα πια / κρίμα: και είσαι από τους λίγους ή ο μόνος άνθρωπος που κατόρθωσες να αναστήσεις το αρχαίο κείμενο με έναν έξοχο σωματικό τρόπο, υπονομεύοντας την λογοκεντρική ανάγνωση της δύσης για το θέατρο //

Τα πράγματα σε συναντούν / δεν τα συναντάς / στα ανθρώπινα υπάρχει χρόνος / κατάλληλος ή ακατάλληλος /

Αλήθεια: Θυμάται άραγε κανείς πώς ήταν το σχολείο; Ή, τι κάναμε στο σχολείο; / όχι: Ούτε ο υπουργός θυμάται κι ας χρησιμοποιεί ευφυώς τη συσσωρευμένη εμπειρία χρόνων αμάθειας / ναι: Φυσικά και η μαζική εκπαίδευση εξημέρωσε το ζώο / όχι πια όμως – οι γονείς το εξαγρίωσαν ξανά.

Παραμένουμε, ενδιαφέρον αυτό, καθηλωμένοι και πράττουμε όπως μας έμαθαν οι γονείς μας – συνήθως / αυτά είναι τα αντανακλαστικά μας – συνήθως / είτε αναπαράγοντας είτε ευθέως ανατρέποντας / καθηλωμένοι σε μια εξ ακοής γνώση εκπαιδευτήκαμε ως πίθηκοι – δεν βλέπω τίποτα άσχημο σε αυτό / αν εξαιρέσεις ότι ξεχάσαμε να πετάμε σαν τον Πήτερ Παν / και στη διαδρομή σκοτώνουμε τη διαφορά ως έκπτωτο ή ως πηγή του κακού / είτε αυτή είναι ομοφυλόφιλη είτε χριστιανική είτε μουσουλμανική /

Επέστρεψα στην ασφάλεια – πρόσκαιρη – του σπιτιού μου / εγώ βλέπεις έχω σπίτι ακόμη / μαγείρεψα / εγώ βλέπεις μπορώ ακόμη και πηγαίνω στη λαϊκή / επέστρεψα μετά από το στοιχειό που ήρθε από την Ισλανδία να αψηφήσει τη βροχή  και να ακινητοποιήσει τον χρόνο , υποτάσσοντάς τον στη μουσική – όπως του αρμόζει / εγώ βλέπεις μπορώ ακόμη και απολαμβάνω τη μουσική / έχοντας ξεκινήσει να διαβάζω το ‘περπατώντας’ του Frederico Gros περπάτησα ώρες στο κέντρο της Αθήνας / έκπληκτος που επιβιώνω ακόμη – βλέπεις εύκολα αποσύρεις το βλέμμα και την σκέψη από τον αληθινό πόνο των άλλων / αλλά πάλι: είναι ο μόνος τρόπος να συμπάσχεις

Άραγε αναζητώ τρόπους να διαχειριστώ τις ενοχές μου; Όχι / τότε, τι;

Τίποτα: περπατώντας αναζητώ μάλλον κι εγώ εκείνο το σημείο που εξαφανίζει τους ανθρώπους και στη θέση τους αναδύει ελάχιστα σημεία στον χώρο, την χωροταξία της ζωής τους πάνω στη γη, ίσως τους δρόμους τους / την ιδιοκτησία τους; / ένα τοπίο από απόσταση / σαν έναν Σεζάν ή Κλε / πρέπει να αποσυρθείς για να τους αγαπήσεις, είπε ο Άγιος / πρέπει να σκαρφαλώσεις σε ψηλές κορυφές για να ταπεινωθείς, είπε ο Άγιος / πρέπει να τους μισήσεις για να τους υποδεχτείς, είπε ο Άγιος / ίσως

Επιμερίζοντας ή απλά: ζαπάροντας /

Η αρχιτεκτονική της διασκορπισμένης γλώσσας

 

 

ανέκφραστος / ανέκφραστη / αδιαπέραστος ο τοίχος / είναι η απομόνωση – από τους ανθρώπους / περιγράφοντας ένα παιδί που δεν θέλει – κάποτε δεν θα μπορεί – να επιδείξει κανενός είδους συναισθηματική έκφραση ή ενσυναίσθηση / ένα απομονωμένο παιδί / το παράδοξο είναι ότι αυτό το παιδί θα έχει ξεσπάσματα, μια πλημμυρίδα από συναισθήματα που θα το παραλύουν οδηγώντας σε παροξυσμό / κι έπειτα: η πτώση / απομόνωση / αυτό το εκκρεμές θα είναι αυτό το παιδί / όπου η πράξη της συμπόνοιας – το συμπάσχω – θα εκκρεμεί ανάμεσα στην αδιαφορία και την παράφορη ταύτιση / θα έπρεπε να υπάρξει μια εξήγηση – αλλά οι εξηγήσεις αστοχούν συνήθως, εφόσον βασίζονται πάνω σε ένα απλό, στα όρια της παρανόησης, μοντέλο αιτίας και αιτιατού / ποτέ δεν είναι γραμμική η εξήγηση – παρά μόνον σε οριακές περιπτώσεις; / ούτως ή άλλως τον απωθούν οι ερμηνευτικές προσεγγίσεις των ψυχοπαθολόγων / έτσι θα είναι ή θα μοιάζει το παιδί (προτού μπορέσει και φτιάξει μια γλώσσα που να μορφοποιεί το αδιαμόρφωτο της ακοινώνητης κοινωνικότητάς του – συνθήκη ανθρώπινη που θα έλεγε και ο Μανώλης ο Κάντιος / ή την κοινωνική ακοινωνησία της / του) / στις ακρότατες συνέπειές της αυτή η κατάσταση δεν απολήγει σε εγωισμό αλλά στον πλήρη αφανισμό του εγώ / προτού το εγώ ανακάμψει / ως απόλυτη αρχή / προτού το εγώ αποσυρθεί / αυτή είναι η συνθήκη της ζωής της – αλλά δεν θα της ευχόμουν, είπε ο Άγιος / ούτε εγώ, είπε ο Κραπ / αλλά αυτό δεν είμαι όλοι; θα προσθέσει ο Νομάς /

ή πώς το μάτι δεν εμφανίζεται σχεδόν ποτέ στο οπτικό πεδίο μέσα (αλλά αυτή είναι μια κακή αναλογία που θέλει να μιλήσει για τη συνείδηση αδιαφορώντας για την αυτοσυνείδηση)